Τα νέα του χωριού μας
Ημ/νία | Τίτλος |
11/2/2024 | (1554 – 2024) 470 Χρόνια από το Μαρτύριο του Αγίου Νικολάου του εξ Ιχθύος της Κορινθίας – Ο Βίος & το Μαρτύριό Του μέσα από τις εικόνες της αγιογράφησης του Ιερού Του Ναού στο Ψάρι Στον εγκωμιαστικό του λόγο για τον Νεομάρτυρα Άγιο Νικόλαο τον εξ Ιχθύος της Κορινθίας, το 1558 (τέσσερα μόλις χρόνια μετά το Μαρτύριό Του), ο τότε δεινός Θεολόγος της Ορθοδοξίας Δαμασκηνός ο Στουδίτης, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι όπως μεγαλύνθηκαν η Αθήνα από τον Κέκροπα και η Σπάρτη από τον Λυκούργο, έτσι και το Ψάρι μεγαλύνεται, γιατί Εκείνον εξέθρεψε ! Παραβάλει μάλιστα τον Άγιο Νικόλαο με τους Μεγαλομάρτυρες Αγίους, Γεώργιο, Δημήτριο, Μερκούριο, Αρτέμιο, Νέστορα, Προκόπιο, Θεόδωρο, από τους οποίους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει όχι μόνο δεν υστέρησε, ΑΛΛΑ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΕΞ ΑΥΤΩΝ ΞΕΠΕΡΑΣΕ ! Είναι όντως οι παραπάνω αναφορές του νυν Αγίου Δαμασκηνού του Στουδίτη, λόγοι ιδιαίτερα σπουδαίοι ώστε το χωριό μας δικαίως να υπερηφανεύεται ότι γέννησε και ανάθρεψε έναν Μεγαλομάρτυρα Άγιο. Είναι όμως οι αναφορές αυτές και μια συνεχής υποχρέωση για όλους μας προκειμένου με τη στάση ζωής μας να αναδείξουμε περαιτέρω το Βίο και το Μαρτύριο του Αγίου Νικολάου. Στο πλαίσιο αυτό και ο Ναός του Νεομάρτυρα Αγίου Νικολάου στο Ψάρι, αγιογραφήθηκε με στόχο και σκοπό να περιγράφει σε κάθε επισκέπτη, σε κάθε πιστό με λεπτομέρειες, σκηνές του βίου Του από τη γέννησή Του, μέχρι και το Μαρτύριό Του. Ας δούμε πως :
-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-
Τα πιο δύσκολα χρόνια της σκληρής τουρκοκρατίας, περίπου το 1520, όταν όλη η υπόλοιπη ανθρωπότητα είχε μόλις βγει από την περιπέτεια του ύστερου Μεσαίωνα, γεννήθηκε σε ένα ορεινό χωριό στα βόρεια του Μοριά, που τότε μεν ελέγετο Ιχθύς, τώρα δε ονομάζεται Ψάρι Κορινθίας, ο Νικόλαος. Οι γονείς του Ιωάννης και Καλή ήταν δυό πολύ φτωχοί άνθρωποι εκείνης της εποχής που ζούσαν όπως όλοι τότε καταδιωγμένοι από τους Τούρκους σε σπηλιές στο βουνό Σταυραετός ή Μπρέκος, δυτικά του χωριού.. Παρά τις τεράστιες αντιξοότητες όμως, αυτοί οι άνθρωποι μεγάλωναν το παιδί τους, με την αγάπη και την ελπίδα του Θεού. Από άγνωστη αιτία, οι γονείς του Νικόλαου πέθαναν περίπου το 1532, όταν αυτός ήταν μόλις δώδεκα ετών. Η έλλειψη των στοιχειωδών, αλλά πολύ περισσότερο η ορφάνια, έσπρωξαν τον νεαρό Νικόλαο να ακολουθήσει συγχωριανούς του Ψαραίους που ξενιτεύονταν για αναζήτηση καλύτερης μοίρας. Το γεγονός αυτής της ομαδικής μετανάστευσης, μας οδηγεί ενδεχομένως στο συμπέρασμα ότι έγινε εξαιτίας κάποιας επιδρομής των Τούρκων στο χωριό, καταστροφής και προσπάθειας εξανδραποδισμού των κατοίκων. Αυτό το ιδιαίτερα κουραστικό και περιπετειώδες οδοιπορικό (περισσότερα από 1.200 km δρόμος), έφερε τον Νικόλαο στην Σηλυβρία της ανατολικής Θράκης, κοντά στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί με μόχθο κάθε μέρα έβγαζε τον επιούσιο μέχρι που μεγαλώνοντας εργάστηκε ως πλανόδιος παντοπώλης -κυρίως τροφίμων- στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Αργότερα παντρεύτηκε Χριστιανή, απέκτησε παιδιά και ζούσε με χαρακτηριστικά Χριστιανικό τρόπο και Ελληνοπρέπεια. Η έλλειψη και των πλέον απαραιτήτων στα παιδικά του χρόνια, τον είχαν κάνει ιδιαίτερα ελεήμονα έναντι των φτωχών, χωρίς ποτέ να ξεχωρίζει αν ο φτωχός ήταν Χριστιανός ή Μωαμεθανός. Αυτό τον έκανε ιδιαίτερα γνωστό και αγαπητό στους κατοίκους της περιοχής, αλλά δεν άργησε να προκαλέσει και το φθόνο των Τούρκων συναδέλφων του. Αυτοί τον κατηγόρησαν ως υβριστή του προφήτη Μωάμεθ, στον Έπαρχο της Κων/πολης Σινάν, ο οποίος ήταν συγγενής εξ αγχιστείας με τον τότε Σουλτάνο, Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Ο Σινάν που ήταν από τους σκληρότερους διώκτες του Χριστιανισμού εκείνης της εποχής, διέταξε να συλληφθεί αμέσως ο Νικόλαος και να οδηγηθεί μπροστά του. Ενώπιον του έπαρχου ο Νικόλαος αρνήθηκε την κατηγορία περί υβρισμού, αλλά ταυτόχρονα ευθαρσώς είπε στον Σινάν ότι μόνος Θεός είναι ο Θεός των Χριστιανών. Αυτά τα λόγια του Νικόλαου εκνεύρισαν ιδιαίτερα τον έπαρχο, ο οποίος και απαίτησε από τον Νικόλαο να ασπαστεί αμέσως την θρησκεία των Μωαμεθανών, αν θέλει να σώσει τη ζωή του. Η απάντηση ήταν κατηγορηματικά αρνητική (- Όχι αυτό δεν θα γίνει ποτέ) και τότε ο Σινάν εκτός εαυτού παρέδωσε τον Νικόλαο στους βασανιστές, οι οποίοι τον χτυπούσαν επί ώρες, με βέργες από ροδιά μέχρι που όλο του το σώμα έγινε μια πληγή. Σχεδόν ημιθανή τον πέταξαν σε ένα άθλιο μπουντρούμι για τέσσερις ημέρες χωρίς νερό και φαγητό.
Την Πέμπτη ημέρα τον έφεραν και πάλι ενώπιον του έπαρχου ο οποίος σύμφωνα μα την πάγια πρακτική των Τούρκων άρχισε τώρα να του θυμίζει την οικογένειά του και να του τάζει μεγάλα αξιώματα αν αρνηθεί την πίστη του. Του έταξε μεταξύ των άλλων να τον κάνει έφορο του καινούργιου πτωχοκομείου που τότε κτιζόταν στην Πόλη. Η επιμονή αυτή του έπαρχου Σινάν και το τάξιμο υψηλών θέσεων στον Νικόλαο αν άλλαζε την πίστη του, δείχνουν ότι ο Νικόλαος έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στην περιοχή και γι' αυτό οι Τούρκοι ήθελαν οπωσδήποτε να τον εμφανίσουν ως «δικό τους» άνθρωπο. Όμως ο Νικόλαος με σθένος και αποφασιστικότητα - παρά την σωματική του ταλαιπωρία- με στεντόρεια φωνή απαντά στις γαλιφιές του έπαρχου : - «Μη χάνεις τα λόγια σου τύραννε, εγώ γεννήθηκα Έλληνας και Χριστιανός, αυτό δεν αλλάζει. Εσύ με την εξουσία που έχεις, κάνε ότι θέλεις. Ακόμα και αν με σφάξεις, ή αν με κάψεις, ή αν με τεμαχίσεις από το στόμα μου δεν θα ακούσεις τα λόγια που θέλεις». Ο έπαρχος τότε, διέταξε να του περάσουν χοντρές αλυσίδες σε όλο το σώμα, να τον βάλουν μέσα σε ένα τσουβάλι και να τον περιφέρουν όλη την ημέρα σε όλους τους κεντρικούς δρόμους της Κων/πολης ως κοινό εγκληματία. Το πλήθος των φανατικών μουσουλμάνων που είχε συγκεντρωθεί, έφτυνε, έσπρωχνε και λοιδορούσε τον Νικόλαο, ο οποίος καρτερικά προχωρούσε προς τον εκούσιο Γολγοθά του, προσευχόμενος.
Μπορεί κανείς να φανταστεί σ'αυτές τις συνταρακτικές στιγμές του, την γυναίκα του και τα παιδιά του, να ακολουθούν την πομπή -από φόβο διακριτικά- και να ανέχονται όλη αυτή τη διαπόμπευση. Άντεξε και αυτή τη δοκιμασία ενώπιον όλης της Τουρκιάς, ο Νικόλαος, προς απογοήτευση των λυσσομανούντων βασανιστών του, οι οποίοι στη συνέχεια τον οδήγησαν στον ιππόδρομο της Πόλης, όπου είχαν ανάψει τεράστια φωτιά.
Το μένος τους ήταν τόσο μεγάλο για τον μάρτυρα που τον ανάλωναν καίγοντάς τον στη φωτιά για λίγο και στη συνέχεια βγάζοντάς τον απ' αυτήν προκειμένου να επαυξήσουν τους έτσι κι αλλιώς φρικτούς πόνους. Η ηρεμία όμως στο πρόσωπο του Νικόλαου, παρ’ όλους τους πόνους, έκανε έξαλλους τους συγκεντρωμένους φανατικούς, οι οποίοι για εξευτελισμό αλλά και για να μην βρεθούν μετά το μαρτύριο τα οστά του, έριχναν στη φωτιά ψόφια σκυλιά φωνάζοντας : - «Να Γκιαούρη πάρε και τα αδέρφια σου». Το Μαρτύριο του Αγίου Νικολάου του εξ Ιχθύος της Κορινθίας Ήταν δωδεκάτη μεσημβρινή της 14ης Φεβρουαρίου του έτους 1554, ημέρα Πέμπτη όταν ο δήμιος αποκόπτοντας του την κεφαλή, έβαζε τέλος στο μαρτύριο του ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΕΞ ΙΧΘΥΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ , ο οποίος εκείνη τη στιγμή παρελήφθη από τους Αγγέλους για να καταταχθεί πλέον στην χορεία των Αγίων της Ορθόδοξης πίστης. Η τιμία κάρα του Νεομάρτυρα αγοράστηκε κρυφά από κάποιον Χριστιανό και παραδόθηκε στη Μονή Μεγάλου Μετεώρου όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα θαυματουργούσα. Ο σθεναρός τρόπος με τον οποίο ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ , υπέμεινε το μαρτύριο, εντυπωσίασε τον Ελληνισμό της εποχής του και γι'αυτό μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1558, ο τότε δεινός Θεολόγος της Ορθοδοξίας, Άγιος Δαμασκηνός ο Στουδίτης (αρχές 16ου αι. - 1577), συνέγραψε εγκωμιαστικό λόγο και ακολουθία του Αγίου Νικολάου, τα οποία ανευρεθήκαν το 1928 στο Ιερό Βήμα της διαλυμένης Μονής Αγίας Τριάδος της Σιάμου, στην Πίνδο, από τον τότε Μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ (1874 - 1953). Η μονή Αγίας Τριάδος, ήταν ένα από τα τετρακόσια είκοσι Μοναστήρια στον Ελληνικό χώρο, τα οποία διέλυσαν με την έλευσή τους στην Ελλάδα οι -προτεστάντες-Βαυαροί που εξουσίασαν την χώρα μας όταν ο νεαρός Όθωνας ανέλαβε Βασιλιάς της Ελλάδας.
Το 1968 οι κάτοικοι του χωριού και οι καταγόμενοι από το Ψάρι, μετά από τεράστια προσπάθεια, κατόπιν Πανελληνίου εράνου, κατάφεραν και έχτισαν περικαλλή Ναό στη μνήμη του Αγίου, που σήμερα αποτελεί για όλους τους καταγόμενους από το Ψάρι την «Ακρόπολη» της ψυχής μας.
Ο Ιερός Ναός του Νεομάρτυρος Αγ.Νικολάου εγκαινιάστηκε την Κυριακή 5 Ιουνίου 1988 από τον τότε Μητροπολίτη Κορίνθου Μακαριστό Παντελεήμονα Καρανικόλα και έκτοτε καθιερώθηκε να εορτάζονται και τα εγκαίνια του Ναού την πρώτη Κυριακή του Ιουνίου εκάστου έτους.
Τροπάριον (Ήχος δ΄) Ως των αθλοφόρων ομότροπος, και των εν ανάγκη υπέρμαχος, τω Δεσπότη των όλων ικέτευε, ειρήνην τη οικουμένη δωρήσασθαι, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.
Απολυτίκιον ( Ήχος πλ. α΄) Μαρτυρίου ανύσας καλώς το στάδιον, μαρτυρικής ευκληρίας κατηξιώθης λαμπρώς, και παρέχεις τοις πιστοίς χάριν ουράνιον. Όθεν και γάνυται εν σοι, η Πατρίς σου ευπρεπώς, Νικόλαε Νεομάρτυς, ην από πάσης ανάγκης, τη ση πρεσβεία σώζε Άγιε. |