Τα νέα του χωριού μας
Ημ/νία | Τίτλος |
19/6/2011 | "... Εκεί που κτυπάει η πρώτη ακτίνα του Ήλιου" Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΑΙΠΥΤΟΥ Ο θρύλος του Βασιλιά Αίπυτου "...Οί δ' έχον Αρκαδίην υπό Κυλλήνης όρος , (ΟΜΗΡΟΥ - Ιλιάδα Β, 605 - 608) Από το Κιάτο ή από το Δερβένι (διαμέσω του δρυμού του Σαραντάπηχου) ανεβαίνουν δυό δρόμοι στριφογυριστοί και ενίοτε κακοτράχαλοι που σφιχταγκαλιάζουν γλυκά τους ορεινούς όγκους, σα να τους καλοπιάνουν ν΄ανοίξουν για χάρη του ταξιδιώτη, ξορκίζοντας τους αφορεσμούς που προστατεύουν το νυμφώνα που κείτεται στη ρίζα τους ...τη καλοφυλαγμένη παστάδα της Στυμφαλίας λίμνης που δροσίζει τον καλό της Αίπυτο στη σπηλιά του . ΄΄.....θάμουν δε θάμουν το πολύ ως 10. Χειμώνιαζε και μαζεύαμε τα πράματα στη στάνη πριν νυχτώσει. Κείνη τη μέρα είχα πάει στο στανοτόπι με τα πρόβατα μα πρεπε να γυρίσω νωρίς να μη με πιάσει η μπόρα που ‘ρχότανε και να ζεσταθώ στον τζάκη –ξύπόλητη η έρμη -. Όσο να σφυρίξω να τα μαζέψω με τα σκυλιά ..ξέσπασε το καταριακό ! Αστραποβρόντια και μαυρίλα ως κει που ΄φτανε το μάτι σου. Τα γίδια σκιαχτήκανε , κι έτρεχα μες τη βροχή με το σκυλί να τα σαλαγήσω μα κάκου, φύγανε ολούθε. Τα ‘χασα , άμα δε τα ΄βρισκα θα με σκότωνε ο πατέρας μου. Μούσκεμα έτρεχα με το σκυλί από κοντά σα χαμένο μπας και τα μαζέψω ως που΄πεσε ο κεραυνός κοντά....Μανούλα μου....σκιάχτηκα –τι να ‘κανα; παιδούλι ήμουν. Το σκυλί άρχισε να τρέχει στο βουνό και το πήρα και γω στη λαχτάρα μου κατόπι να μπούμε σε μια κόχη στη ράχη μπροστά μας. Εκεί απάγκιασα και μούσκεμα όπως ήμουν έγειρα κι έκλαιγα από φόβο , απ’ όξω βροντές βροχή και σκοτάδι , τα πράματα χαμένα, ‘γω μούσκεμα να κρυώνω και να πεινάω . Το ‘δα μια στιγμή που σφούγγιζα τα μάτια μου, σα να φέγγιζε βαθιά στην κόχη. ---Άμα ρωτήσεις στο καφενείο κανά γέροντα θα σου αποκριθεί πως είναι ιστορίες που λέγαν τα παλιά τα χρόνια στα παιδάκια, μα αν είσαι τυχερός μπορεί να δεις σε κάποιο σπίτι κάποιο ενθύμιο από επίσκεψη στον τύμβο του Αίπυτου. Ο Αίπυτος ο Ελάτου ήταν ο 6ος βασιλιάς της αρχαίας Αρκαδίας. Ήταν γιος του Έλατου, εγγονός του Αζάνα , απόγονος του Πελασγού και του Λυκάονα.. Αδέλφια του ήταν ο Περέας, ο Κυλλήνας, ονοματοδότης του όρους Κυλλήνη, ο Ισχύνος και ο Στύμφαλος , ονοματοδότης της Στυμφαλίας. Ο Αίπυτος πέθανε στο κυνήγι από το δάγκωμα φιδιού. Το όνομα αυτού του φιδιού ήταν Σηψ (σαπίτης) και όπως αναφέρει ο Παυσανίας όταν πέρασε από εκεί είδε τον τάφο του. Διαδέχτηκε στον Αρκαδικό θρόνο τον ξάδελφο του Κλείτωρα αφού δεν είχε απογόνους. Γιος του ήταν ο Άλεος ο οποίος και τον διαδέχτηκε . Σύμφωνα με τον Πίνδαρο ο Αίπυτος είχε το παλάτι του δίπλα στον Αλφειό και φιλοξένησε την Πιτάνη μέχρι να γεννήσει την Ευάδνη τον καρπό του παράνομου ερωτά της με τον Ποσειδώνα. Όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας ο τάφος του είναι στο όρος Κυλλήνη . ...Ἐλάτῳ δέ φασιν εἶναι πέντε, Αἴπυτον Περέα Κυλλῆνα Ἴσχυν Στύμφηλον Κλείτορι δὲ τῷ Ἀζᾶνος οὐ γενομένων παίδων, ἐς Αἴπυτον Ἐλάτου περιεχώρησεν ἡ Ἀρκάδων βασιλεία: τὸν δὲ Αἴπυτον ἐξελθόντα ἐς ἄγραν θηρίων μὲν τῶν ἀλκιμωτέρων οὐδέν, σὴψ δὲ οὐ προϊδόμενον ἀποκτίννυσι. τὸν δὲ ὄφιν τοῦτον καὶ αὐτός ποτε εἶδον: κατὰ ἔχιν ἐστὶ τὸν μικρότατον, τέφρᾳ ἐμφερής, στίγμασιν οὐ συνεχέσι πεποικιλμένος: κεφαλὴ δέ ἐστιν αὐτῷ πλατεῖα καὶ τράχηλος στενός, γαστέρα δὲ ἔχει μείζονα καὶ οὐρὰν βραχεῖαν: βαδίζει δὲ οὗτός τε καὶ ὄφις ἕτερος ὁ κεράστης καλούμενος ἐνδιδόντες ἐς τὰ πλάγια, ὥσπερ οἱ καρκίνοι. μετὰ δὲ Αἴπυτον ἔσχεν Ἄλεος τὴν ἀρχήν. XVII. μετὰ δὲ τοῦ Αἰπύτου τὸν τάφον ὄρος τε ὑψηλότατον ὀρῶν τῶν ἐν Ἀρκαδίᾳ Κυλλήνη καὶ Ἑρμοῦ Κυλληνίου
(Για τη σύνταξη του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία, κυρίως από το http://stachtes.com ) |