Επιμέλεια ιστοσελίδας

Γιάννης Σκούρτης

Τα νέα του χωριού μας

Ημ/νία Τίτλος
14/1/2020

Από τη λαογραφία του χωριού μας – «ΘΕΡΟΣ ΤΡΥΓΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ» - του Σταύρου Β. Δούρου

Ο συγχωριανός μας ΣΤΑΥΡΟΣ Β. ΔΟΥΡΟΣ είναι από τους ανθρώπους του τόπου μας που έχει αποδείξει με έργα την αγάπη του για το Ψάρι. Με τη γραφή του στο έργο του «ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ ΜΑΣ – ΨΑΡΑΙΟΙ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΟΙ ΒΑΛΤΕΤΣΙΩΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ» διέσωσε παλιές ιστορίες, πρόσωπα και γεγονότα, που θα παραμείνουν έτσι τώρα και πάντα στη συλλογική μνήμη … 

 Ένα άλλο πεδίο ενδιαφέροντος του ακούραστου Σταύρου, είναι οι παλιές συνήθειες του τόπου μας , που ο χρόνος σαν άγριος χείμαρρος προσπαθεί να εξαφανίσει …
Γλαφυρός πάντα ο Σταύρος, καταγράφει σήμερα τον τρύγο και τις παλιές συνήθειες στο Ψάρι και μέσα από τα λόγια του ξαναζούμε τα περασμένα, σαν να μην πέρασε μια μέρα !

Προφανώς βέβαια προσυπογράφουμε την αναφορά του για την έλλειψη – χωρίς σοβαρό λόγο- ενός λαογραφικού μουσείου στο χωριό μας που θα στέγαζε επιτέλους όλη μας την παράδοση που χάνεται και θα αποτελούσε πηγή αυτογνωσίας για τις νεότερες γενιές …

www.psarikorinthias.gr

-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-.-

 

«ΘΕΡΟΣ ΤΡΥΓΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ»

Μετά τις εργασίες στην «Κουφόβρυση» με τις βούτες, τους χαλκούς, τα θειάφια, τις ψεκαστήρες, στην ράχη του κορμιού και το κορφόδεμα, στα κλίματα (όμοια κότσος αρχαίας Ελληνίδας!) περίμεναν οι αγρότες το μήνα της σοδειάς.
Oι δε δραγάτες, πιστοί στο καθήκον τους άλλοτε περιφερόμενοι και άλλοτε μέσα από τις πρόχειρες με ρουπάκια δραγασιές τους, σφύριζαν και φώναζαν:

  • "Δέστε τα σκυλιά τα αμπέλια μπουρδούλιασαν" !

Μετά από αυτή την χαρμόσυνη αγγελία έβλεπες χαρούμενες κυράδες να κουβαλούν καλαθάκια γεμάτα σταφύλια σκεπασμένα με κληματόφυλλα. Χαρά μεγάλη στα σπιτικά που έκαναν με γεια την νέα τους σοδειά.
Χαρά και στο Χρήστο τον «Κολογκάτση» που θα πουλήσει όλο το ρετσίνι. Μικρά μεγάλα βαγένια, τα κυλούσαν στην χωμάτινη δημοσιά όπου τα υποδεχόταν η βρύση της Παναγιάς. Εκεί τα άδειαζαν από την λάσπη και τα κατακάθια που ήταν ανακατωμένα με υπολείμματα ρετσινιού, μοσχοβολούσε ο τόπος! Τα γέμιζαν νερό, τα καθάριζαν και τα άφηναν λίγο να ρουπώσουν. Στο τέλος, τα ξέπλεναν με βραστό νερό από φύλλα βάγιας.


Στην ίδια περιοχή και ο μπάρμπα-Αγγελής με το τσαπάκι στα χέρια του ποτίζει τα περιβόλια και προγκάει μια παρδαλή γουρούνα που του σταματάει το νερό στο αυλάκι με το λασπωμένο σώμα της. Πλάι στην γούρνα μια ξενόφερτη νύφη στο χωριό μας αφήνει τον κόπανο και τα χοντρά σκουτιά χαζεύοντας τους βαρελάδες για το ταλέντο και το μεράκι τους. Τα παιδιά του χωριού, που δεν ήταν και λίγα όπως σήμερα, την εποχή του τρύγου παρατούσαν το ξυλίκι, το τόπι από τσουράπια, την αμπάριζα, την μακριά γαϊδούρα και βούταγαν κάποια στεφάνια από βαγένια και τρέχοντας τα πιο πολλά ξυπόλητα, τα κυλούσαν από την πάνω βρύση μέχρι την Παναγιά και αντίστροφα. Μεταξύ αυτών των παιδιών καμάρωνε και ο Φώνης του «Φασουλά» που είχε το μεγαλύτερο στεφάνι, όπου πέρναγε πάνω απ΄ το κεφάλι του όταν το πατούσε κατά λάθος και γλίτωνε το πρόσωπο και το στήθος από τον τραυματισμό. Αν τύχαινε επίσης να περάσει το φορτηγό του Μπίζιου, παράταγαν τα στεφάνια καταγής, έτρεχαν και γαντζώνονταν κρεμασμένα στο πίσω μέρος της καρότσας. Δεν είχαν βλέπετε την αίσθηση του κινδύνου!

 Έφτασε και ο τρυγητής, χαρά μεγάλη μέσα στα αμπέλια. Μικροί μεγάλοι, άκουγες τραγούδια, γέλια, χωρατά αλλά και δουλειά με τα κοφίνια να γεμίζουν απανωτά.
Άντρες τα φορτώνουν στα ζά και τραβάνε για τους ληνούς. Κάποιοι νοικοκυραίοι διαλέγουν μερικά και τα κρεμάνε μαζί με κυδώνια, ρόδια, αραποσίτια στο πατερό για τον χειμώνα. Στο διάβα τους με τα ζά, μέσα στο χωριό εμείς τα Ριγκόπουλα και άλλα βλαχόπουλα, που δεν είχαμε ποτέ μας κλίματα, μπαίναμε μπροστά και ζητάγαμε να μας δώσουν ένα δροσερό σταφύλι. Απλόχερα το έδιναν. "Ελάτε και αύριο", μας έλεγαν. Η μάνα μας φώναζε "μην το ξανακάνετε αυτό" και δώς του ο τσίμπος.
Συμμορφωνόμασταν αμέσως γιατί τότε πέρναγε το ξύλο. Όταν όμως αποτελείωνε ο τρύγος ξαμολιόμασταν στα αμπέλια να μαζέψουμε τσέγκουρα. Αυτά τα καμπανάρια που είχαν κατά λάθος ξεμείνει στο κλήμα.

Γέμισε ο ληνός από μαυρούδια ανάμεσά τους και κάποια ασπρούδια. Έτοιμη και η τσιπουριά να τα σφίξει στην αγκαλιά της. Οι άνδρες σήκωναν τα μπατζάκια τους όπως οι ψαράδες. Δίπλα η βαρέλα να πλύνουν τα πόδια τους. Πίνουν νερό, κάνουν το σταυρό τους και πηδούν στο ληνό. Αρχίζει το πάτημα των σταφυλιών, μεγάλο πατητήρι. Κάπου κάπου ξαμώνουν κάποια σφήκα ή σερσέγκι που κι αυτά διεκδικούν το μερίδιό τους. Δεν αργεί να εμφανιστεί το θεϊκό νέκταρ που τρέχει αδιάκοπα από το σωλήνα του ληνού στο μεγάλο λεβέτι. Να και η νοικοκυρά παίρνει μούστο, θα φτιάξει μουσταλευριά, μουστοκούλουρα, πετιμέζι. Ένα μεγάλο φορτηγό με δύο-τρία τεράστια βαγένια και χειροκίνητη αντλία για την μετάγγιση εμφανίζεται στην πλατεία του «Βρακοτσόλη».
Χαρούμενοι οι χωριάτες κρατούν στα βαρέλια τους τον απαραίτητο μούστο και μεταφέρουν στην πλατεία το περίσσευμα για το παραδάκι. Τα χρόνια εκείνα είχαμε οκά. Δεν την είχε ακόμα διαδεχθεί το κιλό. Τότε μέτραγαν και πούλαγαν τον μούστο με την μπότσα. Μια μπότσα = τέσσερις οκάδες. Παράλληλα με την εμφάνιση του κρασέμπορα έρχονταν από Δημητσάνα, Ζατούνα, Λαγκάδια και Βυτίνα αγωγιάτες. Γέμιζαν μεγάλα ασκιά από ψαραίϊκη πραμάτεια και έτσι έφτανε η φήμη του κρασιού μας, μέσα από το διάσελο της Κανδήλας, στα χωριά της Αρκαδίας.

Αυτό, με λίγα λόγια ήταν το πανηγύρι του τρύγου στο χωριό μας σε αυτές τις αλησμόνητες εποχές. Δεύτερο πανηγύρι γινόταν κάθε Χριστούγεννα με τη σφαγή των χοιρινών. Τώρα για τα παιδιά δεν ήταν τα στεφάνια αλλά η φούσκα, η κύστη του γουρουνιού που την φούσκωναν και έπαιζαν μπάλα…

Αναρωτιέμαι όμως ως "Αχαρούλης", και συμπαθάτε με, γιατί να γράφω εγώ για τα έθιμα, τις ασχολίες και τα επαγγέλματα των αγροτών "Καβουριάνων" και να μην ρωτάει κάποιος γηγενής έστω μια γερόντισσα ή γέροντα και να τα καταγράψει πριν αποδημήσουν και τα πάρουν μαζί τους και χαθούν για πάντα όλες οι συνήθειες και ασχολίες των προγόνων μας, όπως λόγου χάρη σαπίζουν κάποια από τα τότε εργαλεία τους μέσα στα υπόγεια και όχι σε ράφια λαογραφικού μουσείου, στολίδι του χωριού μας, ζωντανή γνώση των παιδιών μας; Τέτοιες διηγήσεις και πράξεις δεν κοστίζουν και αφήνουν κάτι πίσω. Είναι αλήθεια, αλλά «φωνή βοώντος εν τη Κουρκούλα» … !

 Εύχομαι μόνο υγεία για όλο το 2020 σε όλους τους Ψαραίους , όπου κι αν βρίσκονται !!!!

Σταύρος Β. Δούρος

Επιστροφή