Επιμέλεια ιστοσελίδας

Γιάννης Σκούρτης

Τα νέα του χωριού μας

Ημ/νία Τίτλος
24/10/2016

Άσπρη βούλα & Γραμμένο λιθάρι. Δυό ιστορικά αινίγματα, πολύ κοντά μας στον Ασπρόκαμπο

«Άσπρη Βούλα» και «Γραμμένο Λιθάρι» ή «Κοτρώνα». Δυό (ή και ένα) αινίγματα πολύ κοντά μας στον γειτονικό μας Ασπρόκαμπο. Κανείς δεν ξέρει αν η «Άσπρη Βούλα» είναι ανθρώπινη κατασκευή και κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα τι ακριβώς αναφέρεται στο «Γραμμένο Λιθάρι»…


Η "Άσπρη Βούλα"

Υπάρχει ο απλός ταξιδιώτης ή περιηγητής ή και κάτοικος της περιοχής που αναφέρει ότι βλέπει ή ότι έχει ακούσει σχετικά από τους παλαιότερους…

Υπάρχει όμως και η βιβλιογραφία που μεταφέρει με ασφάλεια στο μέλλον παλιές αναζητήσεις, παλιές εκτιμήσεις αλλά πολλές φορές και ασφαλή συμπεράσματα…

Σε καταχώρηση που μας έστειλε ο Ασπροκαμπίτης συμπατριώτης μας γιατρός ΩΡΛ Τάσος Πυργάκης από το πολύ καλό site «Εν Αθήναις»  αναφέρεται σχετικά :

«Ένα ηλιακό ρολόι; Μία επιγραφή σε άγνωστη γλώσσα; Στο ίδιο μέρος. Κοντά στην αρχαία Τιτάνη, την πρώτη πόλη των Τιτάνων… Ιστορία επιστημονικής φαντασίας;

Τόπος: Ασπρόκαμπος Κορινθίας

Πάνω στο όρος Γαβριά, σε ένα κάθετα κομμένο βράχο, υπάρχει μία άσπρη κηλίδα, μεγάλων διαστάσεων. Η κηλίδα αυτή είναι ορατή από ολόκληρο το χωριό.

Λέγεται ότι, οποιαδήποτε εποχή του έτους, όταν πέφτουν οι ακτίνες του ήλιου στην λευκή βούλα του βουνού, η ώρα είναι η δωδεκάτη μεσημβρινή!

Κανείς δεν ξέρει πότε και ποιοι δημιούργησαν την λευκή βούλα που καταγράφεται σε κείμενα εκατοντάδων ετών. Μερικοί λένε ότι πρόκειται απλώς για …λειχήνες και άλλοι ότι πρόκειται για ένα ηλιακό ρολόι τεραστίων διαστάσεων!

Ακριβώς κάτω από την λευκή κηλίδα, υπάρχει ένας αινιγματικός πυραμιδοειδής βράχος που οι ντόπιοι αποκαλούν «κοτρώνα». Επάνω του είναι χαραγμένη μία επιγραφή, σε μία γλώσσα που κανείς δεν έχει μεταφράσει μέχρι τώρα. Λέγεται ότι βρίσκεται εκεί πριν ακόμη υπάρξει ο οικισμός και στους ντόπιους κυκλοφορεί μία ιστορία ότι κάποτε  κάποιοι «καθηγητές» είχαν προσπαθήσει να μεταφράσουν την εγχάρακτη γραφή αλλά χωρίς επιτυχία…

Όλα χαμένα μέσα στο πέρασμα του χρόνου... Αν ήμασταν οπαδοί του Νταίνικεν, μπορεί να μυρίζαμε την απροσδιόριστη παρουσία αρχαίων εξωγήινων στην περιοχή.

Αν ήμασταν συνωμοσιολόγοι θα διαισθανόμασταν έναν αρχαίο πολιτισμό, τους κώδικες ξεχασμένων και καλά κρυμμένων γνώσεων.

Αλλά είμαστε απλοί περιηγητές. Και απλώς καταγράφουμε αυτά που βλέπουμε και ακούμε. Για να έχουμε κάποτε, τις δικές ιστορίες να διηγούμαστε…

 

Προσπαθώντας να συνδέσουμε το παραπάνω πολύ ενδιαφέρον κείμενο με την υπάρχουσα ιστορική βιβλιογραφία αλλά και με την παράδοση στην περιοχή του Ασπροκάμπου προέκυψαν τα εξής:

Με το θέμα έχουν ασχοληθεί:

- Ο M.Rangabe, στο βιβλίο του “Souvenirs d’ une excursion d’ Athenes en Arcadie” Paris MDCCCLVII

- Ο ιστορικός Κων.Παπαρρηγόπουλος στο βιβλίο του «Περί της εποικήσεως Σλαβικών τινών φυλών εις την Πελοπόννησον» Εν Αθήναις, 1843

- Ο Διον. Ζακυθηνός στο βιβλίο του « Οι Σλάβοι εν Ελλάδι », Αθήναι 1945

- Ο Τάκης Μπουγιούκος – Φενεάτης στο βιβλίο του « Στυμφαλία, η κοιλάδα της μοναξιάς και της γαλήνης » Αθήναι, 1980

Από μια σύνοψη των αναφερόμενων στα παραπάνω πολύτιμα βιβλία προκύπτουν τα εξής ιστορικά στοιχεία:

Το 531 μ. Χ. μια φοβερή επιδημία πανούκλας έπληξε καίρια τον Ελληνικό χώρο και ιδιαίτερα την Πελοπόννησο. Είχε πολύ μεγάλη διάρκεια (52 ολόκληρα χρόνια) και αποδεκάτισε το γηγενή πληθυσμό. Λίγα μόλις χρόνια μετά την εξάλειψη του λιμού, περίπου το 586, τα πρώτα στίφη των Σλάβων ως συνοδοί των επιδρομέων Αβάρων, εισέβαλαν  στην Βαλκανική χερσόνησο και κατά συνέπεια και στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Παρέμειναν  όμως μετά την εισβολή σε βορειότερα του Μοριά γεωγραφικά σημεία της Αυτοκρατορίας.


Η Σλαβική διείσδυση στον Ελληνικό χώρο

 

Η ευκαιρία για την κάθοδό τους στην Πελοπόννησο τους δόθηκε το 746-747 μ.Χ. μετά – και πάλι – από ένα μεγάλο λιμό που είχε έλθει αυτή τη φορά από τη Σικελία και την Καλαβρία. Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας του Βυζαντίου αλλά και διανοούμενος Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Πορφυρογέννητος (905 – 959) στο «περί θεμάτων» έργο του, αναφέρει χαρακτηριστικά για εκείνη την εποχή :

« …   εσλαβώθη δε πάσα η χώρα και γέγονε βάρβαρος, ότε ο λοιμικός θάνατος, πάσαν εβόσκετο την οικουμένην …»

 

Ο Κων. Παπαρρηγόπουλος γράφει σχετικά:

«… η Βυζαντινή κυβέρνησις επροκάλεσε και διεύθυνε την πρώτην και κυρίαν ταύτην μετανάστευσιν δια να κατοικίση τα μέρη της Πελοποννήσου, τα υπό του λοιμού τότε ερημωθέντα…»

Ενθαρρυμένοι λοιπόν από τους Βυζαντινούς, οι Σλάβοι κατεβαίνουν κατά μεγάλες ομάδες, σέρνοντας μαζί τους τις οικογένειες και τα γιδοπρόβατά τους, με σκοπό να εγκατασταθούν εκεί. Για να το πετύχουν αυτό πολλές φορές κτυπούσαν τους εναπομείναντες ντόπιους που έλεγχαν μία συγκεκριμένη περιοχή. Δεν αφάνιζαν όμως τον πληθυσμό της περιοχής. Και γι’ αυτό δεν εγκαταστάθηκαν σε πεδιάδες. Έπιαναν τα ριζά των ορεινών όγκων και άφηναν τους κάτοικους να συνεχίζουν τη ζωή τους. Όταν καταλάμβαναν μία περιοχή εγκαθιστούσαν εκεί ένα κάποιο κρατικό μόρφωμα παρόμοιο με κείνο που βρίσκει κανείς στα κατοπινά χρόνια στο Σούλι της Ηπείρου.
Οι ομάδες των Αβαροσλάβων που κυριάρχησαν, αριθμητικά ήταν ελάχιστες έναντι του πληθυσμού που επέζησε. Με την δύναμη των όπλων και κρατώντας βασικά ορεινά σημεία υπέτασσαν τα γύρω χωριά και τα υποχρέωναν να τους πληρώνουν φόρους. Ήταν και παρέμειναν ως το τέλος ένα είδος στρατού κατοχής.
Γενικά οι ομάδες αυτές των Αβαροσλάβων εκδιώχτηκαν αργότερα από το βυζαντινό στρατό. Στον Μοριά έμειναν μικρές μόνο ομάδες, ποιμένες στα ορεινά σημεία. Οι ομάδες αυτές μετά από αρκετά χρόνια, αφομοιώθηκαν στον ελληνικό κορμό, ξέχασαν τη γλώσσα και τις παραδόσεις τους και έμαθαν τα Νεοελληνικά.

Οι Σλάβοι δεδομένου ότι ήταν νομαδικός λαός δεν άφησαν σε γενικές γραμμές πολιτιστικά «ίχνη» της καθόδου τους.
Ο ιστορικός & πολιτικός Διον. Α. Ζακυθηνός (1905-1993) λέει για αυτούς:
«… πτωχοί εις πνευματικάς εκδηλώσεις, εστερημένοι προηγμένου γλωσσικού οργάνου, λαός ανεπίδεκτος πολιτικής συγκροτήσεως και πολιτικού βίου, έζησε ζωήν ληστρικών ή ποιμενικών και γεωργικών ομάδων, διαιτωμένων εις τας χαράδρας και τας κορυφάς των Ελληνικών βουνών. Εκεί αφήκε και τα ελάχιστα μαρτύρια της διαβιώσεώς του. Συνίστανται δε ταύτα εις γλωσσικά τινά κατάλοιπα»

Όπως φαίνεται, ένα από αυτά τα ελάχιστα κατάλοιπα της παρουσίας των Σλάβων στην Πελοπόννησο βρίσκεται στην περιοχή μας και συγκεκριμένα στον γειτονικό μας Ασπρόκαμπο.

Γράφει σχετικά ο M.Rangabe :

«… Λίγο νότια από το χωριό (Ασπρόκαμπος) και στους πρόποδες του βουνού Γαβριάς, που υψώνεται ανατολικά του, είδαμε στην πεδιάδα ένα μνημείο από τα πιο παράξενα.
Είναι ένας βράχος ύψους 12 ποδών κομμένος σε φόρμα στύλου στρογγυλού και ατόφιου, του οποίου η βάση ογκοδέστερη που μπορεί να υπάρξη, ύψους 6 ποδών, είναι επίπεδη και στις δύο πλευρές, δυτική και νότια. Στη μεσημβρινή πλευρά είναι χαραγμένα 7 γράμματα, από τα οποία το πρώτο έχει μάκρος 0,27μ. και τα άλλα 0,12μ. περίπου. Αυτή η επιγραφή μου φάνηκε τόσο πολύ αινιγματική, γιατί στο ένα κομμάτι της πέτρας, της οποίας η μία από τις επιφάνειες είναι στρογγυλή και οι άλλες τετραγωνισμένες, έχουν ξαναχαράξει τα 4 τελευταία γράμματα. Δεν μπορώ να καταλάβω ποια Ελληνική λέξη μπορούν να εκφράζουν αυτά τα τελευταία γράμματα. Παρ’ ελπίδα θα μπορούσα να την πάρω για μια επιγραφή σλαβική, την μοναδική αυτής της γλώσσας, που βρίσκεται σε όλη την Ελλάδα.
Τα τελευταία γράμματα θα εκφράζουν, μάλλον με χαρακτήρες Ελληνικούς, τη σλαβική λέξη COROD που σημαίνει πόλις. Ότι η πεδιάδα της Στυμφαλίας κατείχετο από τους Σλάβους μας το επιβεβαιώνει το όνομα Ζαρακάς. Γνωρίζουμε εξ άλλου, ότι κατά την εποχή της μεγάλης αίγλης και δυνάμεως αυτών των αποικιών στην Πελοπόννησο, η Κόρινθος χωρίς αμφιβολία και τα χωριά που την περιστοιχίζουν δεν κατοικήθηκαν ποτέ από αυτούς. Αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι δεν υπάρχει ούτε ένα όνομα σλαβικό ανατολικά της Στυμφαλίας.
Θα μας επιτραπεί λοιπόν να πιστεύουμε ότι οι Σλάβοι ύψωσαν σ’αυτό το σημείο , αυτό το χονδροειδές μνημείο για να μας δείξουν τα σύνορα της επικράτειάς τους ή της πόλεώς τους ή ακόμα για να υπογραμμίσουν τη γραμμή του εδάφους τους και της πόλεως που γι’ αυτούς πρέπει να είναι η Κόρινθος. Αυτό είναι μάλλον ένα μέρος από το όνομα της Κορίνθου αλλοιωμένο στο στόμα τους, το οποίο αναγνωρίζουμε στα τρία πρώτα σημεία της πρώτης επιγραφής και στα δύο τελευταία της δεύτερης» 


Αποτύπωση του μνημείου του Ασπροκάμπου, από το βιβλίο
του
M.Rangabe, “Souvenirs d’ une excursion d’ Athenes en Arcadie” 

 

Οι παλαιότεροι Ασπροκαμπίτες θυμάμαι προσωπικά σαν παιδί να ονομάζουν αυτό το –όπως φαίνεται- Σλαβικό μνημείο ως «Γραμμένο Λιθάρι» αλλά όπως μας ενημέρωσε ο Τάσος Πυργάκης ονομαζόταν πάντα «Κοτρώνα».

Ο συσχετισμός της «Κοτρώνας» με την «Άσπρη Βούλα» ως ενιαίο μνημείο, πιθανόν δεν είναι δεδομένη. Είναι δεδομένο βέβαια ότι οι παλαιότεροι κάτοικοι που δεν είχαν ρολόγια συμπέραιναν κατά προσέγγιση την ώρα κοιτάζοντας προς την « Άσπρη Βούλα»…

Ήταν πολύ συναρπαστικό για εμάς τα –τότε- παιδιά, μαζεύοντας λαθούρια στον Ασπροκαμπίτικο κάμπο (πριν γίνει αμπελώνας) ο γεροντότερος του «συνεργείου» να κοιτάζει την  «Άσπρη Βούλα» και να ανακοινώνει –επιτέλους- τη λήξη της εργασίας, λέγοντάς μας με βεβαιότητα, ότι η ώρα ήταν ήδη έξι το απόγευμα…

Μας άφησαν όμως οι Σλάβοι και κάποιες λέξεις που στα χωριά μας χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα όπως:

Αστράχα, γράνα, καρούτα, ασβός, βαγένι, βάλτος, γκορτσιά, καρβέλι, κόρα, κουνάβι, κουτάβι, κουρνιάζω, λόγγος, μπουχός, σανός, σβάρνα, στούμπος, τσαντίλα, τσέλιγκας κ.ά.
Επίσης το επώνυμο Κωστούρος που συναντάται στον Ασπρόκαμπο, προέρχεται από τη Σλαβική λέξη kostur που σημαίνει «σκελετός»…

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΟΥΡΤΗΣ

- Ευχαριστούμε τον συμπατριώτη, γιατρό ΩΡΛ Τάσο Πυργάκη για τη βοήθεια στη σύνταξη της καταχώρησης.

Επιστροφή